29.9.06

Μαρία - Πρώτο πρίσμα, ο Β.

Οταν αγαπάς, όταν πραγματικά αγαπάς, ζεις μόνον από συνάντηση σε συνάντηση.

Συντηρείσαι και βάζεις τον αυτόματο πιλότο.

Να τσουλήσουν οι ώρες μέχρι την επόμενη φορά.

Να έρθει η ευλογημένη εκείνη στιγμή που θ'ανοίξει μια πόρτα και θα είναι η Αγάπη σου εκεί.

Χαρούμενη, λυπημένη, μουτζουρωμένη, με τα καλά της, μόνη, ανάμεσα σε περιττούς, με σακούλες του μπακάλη, με κρασί & λουλούδια...

Η Αγάπη σου, η Αγάπη σου, η Αγάπη σου!

Επιτέλους...Τη βλέπεις. Βουλιάζει η καρδιά σου. Σταματάει ο χρόνος. Τέλεια. Τελεία.

Θες να κλάψεις απ’τον έρωτα τον γίγαντα που στρίμωχνες σε 35 νούμερο παπούτσι. Να την γραπώσεις με ό,τι έχεις και δεν έχεις, να την δέσεις με χίλιες άγκυρες μη τυχόν και ξαναφύγει.

Και μαζί να κλάψεις για όλα τα χαμένα που δεν ήσασταν μαζί. Να την χτυπήσεις που τα μοιράστηκε με όλους τους κομπάρσους εκτός από σένα. Να την πληγώσεις με λύσσα που αντέχει χωρίς να είσαι εσύ στην εικόνα.

Να ξέρεις ότι και να ανταποκριθεί, μόλις λήξει το επισκεπτήριό της στη φυλακή σου, πάλι θα πάρει το σώμα της και θα μπει ανάμεσα στους περιττούς...

Οπότε εσένα τι σου μένει?

Τι μπορεί να σε κρατήσει να μην τρελλαθείς με την Απουσία της που σου αφήνει για φύλακα?

Τι διάολο μπορεί να σε κρατήσει αγκαλιά με τη σκέψη της, να σου θυμίζει ν'αναπνέεις μέχρι το επόμενο αντάμωμα?

Το να θέλεις το καλό της.

Το να μπορείς να rise above από σένα και τη σάρκα σου που καίγεται.

Το ν’αντέξεις να παρακαλέσεις τον Θεό να την έχει καλά μέχρι να έρθει η σειρά σου να σε ξαναβάλει στον κόσμο της.

Τι ειρωνικό, να ξέρεις ότι ζει -σαν κάθε μέρα- μακριά σου (πώς μπορεί?). Οτι η ζωή της ΔΕΝ είναι τυλιγμένη γύρω από το πάθος σου (πώς γίνεται?).

Αλλά εσύ, τι έχεις? Ισα-ίσα ν’αγκιστρωθείς μόνο από την προσευχή σου να είναι καλά... Καλά κι ας μακριά. Καλά κι ας χωρίς εσένα. Καλά κι ας με άλλη αγάπη...

Αυτό όμως δεν είναι η απόλυτη κόλαση. Δεν πλησιάζει καν. Είναι βόλτα στο πάρκο.

Αν είσαι αμαρτία απ’το Θεό, θα έρθει η στιγμή που η καρδιά σου θα σταματήσει:

η Αγάπη σου θα έρθει σε εσένα να κλάψει τον έρωτά της γι’ άλλη καρδιά...

Οχι θα έρθει να κάψει τον έρωτά της, να τον σβήσει. Μα να τον κλάψει, να τον θρηνήσει, να της κάνεις εσύ κόλλυβα γι αυτόν γιατί εκείνη δεν βλέπει μπροστά της...


Οοοχι, όοοχι, αυτό είναι fucking too much to ask of anyone! Αυτό δε γίνεται, απαγορεύεται, δε σου είπε κανείς ηλίθιά μου, κακίστρω μου Αγάπη ότι αυτό ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙΣ να το κάνεις στον άλλον?! Δεν υπάρχει αυτόφωρο για τέτοια πράγματα, βοήθεια! Κάποιος να την συλλάβει!

Βοήθεια, δε μπορώ να αναπνεύσω, δεν το χωράει ο νους μου – ΠΩΣ ΜΠΟΡΕΙΣ?!?!

Κι αυτό είναι το acid test το δικό σου.

Εδώ καλείσαι να φανείς τόσο γενναίος, τόσο γενναιόδωρος, τόσο large που να ραγίσουν κι οι πέτρες. Ξέροντας ότι δεν πρέπει να το κάνεις για να ραγίσει μαζί και η δική της καρδιά και να σου παραδοθεί. Οχι εδώ. Φάντης-μπαστούνι ακάλεστος ο μόνος τρόπος να αποστάξεις το «σε νοιάζομαι κι ας σε μοιράζομαι»: να γιατρέψεις τις πληγές της αγάπης σου.

Ακου με, Χριστέ μου, να την έχεις αγκαλιά να σου σπαράζει στο κλάμα για μιαν... ουτιδανή ύπαρξη. Την οποία ευχαρίστως στραγγάλιζες με γυμνά χέρια, να μην υπάρχει. Για να μην ξαναγαπηθεί από τη δικιά σου. Γιατί είναι το πρώτο βήμα να την σβήσεις από το κορμί και το μυαλό της. Για να μπορείς να ελπίζεις στην ανάρρωση. Χωρίς να σκέφτεσαι τι θα γίνει, τι ευθύνη έχεις σαν άνθρωπος και σαν άνθρωπος που αγαπάει.

Πώς θα την φέρεις πίσω την Αγάπη σου? Κάνοντας τον πλάτανο ή τον βελζεβούλ? Κι αν τη σπρώξεις πίσω, κι αυτή τη φορά με λύσσα κι έρωτα τρελλό τη δικιά σου?

Τίποτα, τίποτα...Πρέπει να της σκουπίσεις τα δάκρυα, να την ακούσεις (με όσες λεπτομέρειες σου πει, που τρελλαίνεσαι να τις ακούς, τρελλαίνεσαι και όχι), να μαζέψεις τα κομμάτια της με ευλάβεια.

Να την βάλεις στο κρεβάτι σου, να την σκεπάσεις, να την κρατήσεις ασφαλή, κι όσο βράζει η τσαγιέρα να κάνεις συμφωνία με τον εαυτό σου ότι ναι, θα τα κάνεις όλα λαμπόγυαλο, αλλά ΜΕΤΑ.

Τώρα σειρά έχει το καλό της Αγάπης σου.

Τώρα σειρά έχει το καλό της Αγάπης σου.

Τώρα σειρά έχει το καλό της Αγάπης σου.

Τουλάχιστον την έχεις εκεί για την ώρα...