23.9.06

Μαρία - Πέμπτο Πρίσμα: ο Λ.

(voice over)
Στο αλσάκι κοντά στο ποτάμι ένας άντρας τρέχει σα να τον κυνηγάνε, προσπερνώντας με μεγάλη ευελιξία τους περαστικούς, τις νταντάδες με τα καρότσια και τις λακούβες με το νερό (χτεσινοβραδυνή καταιγίδα γαρ). Δεν πρέπει να είναι jogger, φοράει καθημερινά ρούχα και το βλέμμα του είναι αλαφιασμένο, από κάπου ξέφυγε, δε μπορεί... Χώνεται στις φυλλωσιές, να μην το βλέπουν, και κοντοστέκεται να ξελαχανιάσει ανάμεσα σε δυό σμιχτά δέντρα... Φαίνεται μάλλον κουρασμένος & σίγουρα ιδρωμένος... Βγάζει από τις τσέπες του κάτι εμ, διάφορα που δεν φαίνονται, και τα χαζεύει ρίχνοντας λοξές ματιές μη περνάει κανείς από κει...

Χαμόγελο ήταν αυτό? Τα χώνει γρήγορα-γρήγορα πίσω στις τσέπες, ανασουμπούρδουλα, και τσεκάροντας πάλι δεξιά & αριστερά, φεύγει σαν κυνηγημένος... Τι στην ευχή, επικήρυξη έχει στο κεφάλι του? Εκτός αν τους έκανε τσακωτούς ο κερατάς με τη γυναίκα του, κι αυτός άρπαξε τα ρούχα του και μαζί και μερικά δικά της φαίνεται, κι έφυγε άρον-άρον, με τα σουτιέν στις τσέπες...!

Aχ νιάτα!